ποικιλοκυττάρωση

ποικιλοκυττάρωση
η, Ν
ιατρ. η παρουσία στο περιφερειακό αίμα ερυθρών αιμοσφαιρίων που παρουσιάζουν κάθε φορά άλλες μορφολογικές ανωμαλίες, είναι λ.χ. ρακετοειδή, απιοειδή, κορυνοειδή, ωοειδή, με ανώμαλο περίγραμμα κ.ά. σχημάτων.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. poikilocytosis < poikilocyte < ποικίλος + -cyte (βλ. λ. κύτταρο-) + -osis].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”